Το κοχύλι είναι το εξωτερικό, σκληρό, προστατευτικό κέλυφος των θαλάσσιων ασπόνδυλων οργανισμών με εξωτερικό σκελετό, όπως τα προσωβράγχια και, γενικότερα, διάφορα άλλα είδη μαλακίων, των οποίων αποτελεί μέρος του σώματος. Αποτελείται, κατά κύριο λόγο, από ανθρακικό ασβέστιο, εκκρίσεις των οργανισμών, και είναι αρκετά κοινό εύρημα στις παραλιακές περιοχές, αφότου ο οργανισμός που ζούσε μέσα του έχει πεθάνει και αποσυντεθεί ή καταναλωθεί από άλλους οργανισμούς.
Κάθε χρόνο η Μάρτζι και ο Στέλιος κάνουν διακοπές στην Πύλο. Η Μάρτζι και ο Στέλιος είναι ερωτευμένοι από τα 20. Μαζί στα εύκολα, μαζί και στα δύσκολα. Τριάντα χρόνια μαζί, λες και ήταν χθες. Φτου-φτου, σκόρδα. Ευτυχισμένο ζευγάρι. Έτσι είναι όταν έχεις μάθει να ζεις τη ζωή σου, όταν είσαι αισιόδοξος, όταν νιώθεις πως τίποτα δεν πάει στραβά, όταν έχεις πιάσει το νόημα της ζωής και ζεις πραγματικά ευτυχισμένος το τώρα.
Η Margaret Lee Runbeck, Αμερικανίδα συγγραφέας, έβλεπε την ευτυχία ως έναν τρόπο για να ταξιδεύουμε κι όχι ως μία κατάσταση στην οποία φτάνουμε. Ο Ρόμπερτ Γκ. Ίνγκερσολ, επίσης Αμερικανός συγγραφέας, υποστήριζε ότι η ευτυχία είναι το μόνο καλό. Η στιγμή για να είμαστε ευτυχισμένοι είναι το τώρα. Το μέρος για να είμαστε ευτυχισμένοι είναι το εδώ, και ο τρόπος για να είμαστε ευτυχισμένοι είναι προσπαθώντας να κάνουμε άλλους ανθρώπους ευτυχισμένους.
Πράγματι, οι ευτυχισμένοι άνθρωποι θεωρούν την ευτυχία ως μία επιλογή και ως μία αναζήτηση που δεν τελειώνει ποτέ. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν είναι μία στιγμιαία αντίδραση που εξαρτάται από τις συνθήκες, αλλά μία συνειδητή απόφαση, που επιλέγουν να παίρνουν ανά πάσα στιγμή, στην καθημερινότητά τους. Έχουν αποβάλλει από τη ζωή τους τη σκέψη πως πρέπει να περιμένουν διαρκώς κάτι προκειμένου να νιώσουν ευτυχισμένοι. Νιώθουν ευτυχισμένοι ούτως ή άλλως, στο εδώ και τώρα.
Η ανακάλυψη του πού βρίσκεται η ευτυχία αποτελεί και το πρώτο μυστικό των ευτυχισμένων ανθρώπων. Την ευτυχία δεν τη βρίσκουμε στο μέλλον ή στο παρελθόν. Όσοι ανησυχούν για το μέλλον και ζουν στο παρελθόν, σίγουρα δεν απολαμβάνουν το τώρα. Η ευτυχία είναι στιγμές, βρίσκεται στο τώρα, σε αυτήν εδώ τη στιγμή, σε οτιδήποτε κι αν κάνουμε.
Μεγάλη κουβέντα η ευτυχία. Μεγάλη ή μικρή, ένα είναι σίγουρο: αν έχεις τύχη — γιατί θέλει και τύχη — να δοξάζεις τον Θεό. Ποιον Θεό δηλαδή; Η Μάρτζι τον Στέλιο και ο Στέλιος τη Μάρτζι. Μια ζωή δίπλα-δίπλα, δίχως να βαριέται ο ένας τον άλλον. Ακόμα και διακοπές που πάνε κάθε χρόνο στην Πύλο, στο ίδιο μέρος, δεν πλήττουν. Μα ούτε καν σε ένα κοσμοπολίτικο ή ρομαντικό νησί; Ναι, σιγά, γιατί τι διαφορά έχει το νησί; Ο άνθρωπος κάνει τη διαφορά. Χειμώνας είναι, καλοκαίρι είναι, το θέμα είναι να είσαι με τον σωστό άνθρωπο.
Τώρα, λοιπόν, που είπαμε για τη Μάρτζι και τον Στέλιο, που προσδιορίσαμε, ας πούμε, και τον ορισμό της ευτυχίας, θα σας πω μια ιστορία και… μπορεί να αλλάξετε άποψη τόσο για τη ζωή σας όσο και για την ευτυχία. Μπορεί και όχι, αλλά τι με νοιάζει εμένα; Ο καθένας είναι υπεύθυνος γι’ αυτό που αποφασίζει. Επιλογές και προτεραιότητες είναι αυτές. Πρωτοβουλία και ατομική ευθύνη λέγονται.
Τα κοχύλια, λοιπόν, δεν τα βρίσκει κανείς μόνο στην άμμο αλλά και στον βυθό της θάλασσας. Τα βρίσκει κάποιος, επίσης, σε βάζο, σε πιατέλες, σε κάδρα, σε κολιέ, σε φορέματα. Τα κοχύλια ταιριάζουν παντού· εμείς οι άνθρωποι τα χρησιμοποιούμε και ως διακοσμητικά. Στην πραγματικότητα, όμως, χρησιμεύουν ως εξής: «ως σπίτι», για προστασία από τα ψάρια που θέλουν να τα φάνε, και για προστασία από τα δυνατά ρεύματα της θάλασσας (να μην γίνονται έρμαιο της).
Ο Στέλιος και η Μάρτζι ζουν στο κέντρο της Αθήνας, σε έναν παράδρομο της Πανόρμου. Λογιστής ο Στέλιος, τραπεζικός υπάλληλος η Μάρτζι. Έχουν την καθημερινή τους ρουτίνα και το παίζουν ερωτευμένοι και ευτυχισμένοι — αυτό δηλαδή που κάνουν οι περισσότεροι. Συγκάτοικοι, για να το λέμε απλά, και ο καθένας κάνει τη ζωή του. Σε όλες τις εκδηλώσεις, γάμους, βαφτίσια, κηδείες πηγαίνουν μαζί. Μεγάλο πράγμα το θεαθήναι, «σώνει» γάμους. Για τα μάτια του κόσμου, λοιπόν, και ουσία μηδέν.
Ένα απόγευμα, από αυτά τα βαρετά απογεύματα που κάθεσαι σπίτι και δεν ξέρεις τι να κάνεις, η Μάρτζι ρώτησε τον Στέλιο:
— Είσαι ευτυχισμένος;
Ο Στέλιος, χωρίς δεύτερη σκέψη, αντέστρεψε την ερώτηση:
— Εσύ;
Κλασική περίπτωση να αποφύγει κανείς την απάντηση. Η Μάρτζι αντέδρασε στιγμιαία:
— Θα την δώσω εγώ την απάντηση και για τους δύο; Όχι.
— Μάρτζι, σκεφτόσουν πολύ να την κάνεις αυτήν την ερώτηση;
— Χρόνια και ζαμάνια, ψιθύρισε.
— Ό,τι να ’ναι, συμπλήρωσε ο Στέλιος.
— Ναι, ό,τι να ’ναι, σωστά, απάντησε η Μάρτζι, αγανακτισμένη.
Και κάπως έτσι η συζήτηση έληξε.
Το βράδυ, αφού τελείωσαν τις δουλειές τους και άναψαν το τζάκι στο σαλόνι, η Μάρτζι και ο Στέλιος κάθισαν στον καναπέ, ο καθένας με το ποτήρι κρασί στο χέρι. Η σιωπή τους δεν ήταν άβολη· ήταν η σιωπή δύο ανθρώπων που γνωρίζονται καλά και ξέρουν πότε να μιλήσουν και πότε να αφήσουν τα λόγια στην άκρη.
— Ξέρεις, είπε η Μάρτζι, μερικές φορές νομίζω ότι ζούμε τη ζωή μας σαν κοχύλια. Κλεισμένοι μέσα στον σκληρό φλοιό μας, προστατεύοντας τον εαυτό μας, κι ας είμαστε ευάλωτοι μέσα.
Ο Στέλιος χαμογέλασε.
— Ναι, κι όμως, μέσα στο κοχύλι, το πιο σημαντικό πράγμα παραμένει αλώβητο: η ουσία μας. Οι εμπειρίες μας, οι στιγμές μας, οι αναμνήσεις μας… όλα αυτά είναι ο θησαυρός μας.
Η Μάρτζι κοίταξε το τζάκι που έκαιγε και σκέφτηκε πόσο τυχερή ήταν που είχε τον Στέλιο δίπλα της. Δεν ήταν μόνο η ρουτίνα, ούτε οι κοινές στιγμές· ήταν οι μικρές πράξεις, τα βλέμματα, οι σιωπές που τους έκαναν ευτυχισμένους.
— Ας πάμε στην Πύλο, είπε ξαφνικά, με μια σπίθα ενθουσιασμού. — Ας πάμε όπως παλιά, χωρίς σχέδια, χωρίς προγράμματα, μόνο εμείς και η θάλασσα.
Ο Στέλιος γέλασε.
— Μου αρέσει η ιδέα. Να ξαναβρούμε τα κοχύλια μας, να ξαναθυμηθούμε γιατί αγαπάμε αυτό το μέρος… και ίσως, τελικά, να ξαναβρούμε και την ευτυχία μας.
Η Μάρτζι έγειρε το κεφάλι της στον ώμο του. Η αλήθεια είναι ότι η ευτυχία δεν είναι κάτι μακρινό ή αφηρημένο· είναι στιγμές όπως αυτή. Στιγμές που επιλέγεις να τις ζήσεις πλήρως, δίχως φόβο και δίχως να περιμένεις κάτι άλλο.
Την επόμενη μέρα, το ζευγάρι ξεκίνησε το ταξίδι του για την Πύλο. Η θάλασσα ήταν ήρεμη, η αλμύρα στον αέρα, και η ησυχία τους θύμιζε ότι μερικές φορές πρέπει να απομακρύνεσαι από την καθημερινότητα για να ανακαλύψεις ξανά τον εαυτό σου.
Στην παραλία, περπατώντας ξυπόλητοι στην άμμο, βρήκαν κοχύλια — μικρά, μεγάλα, πολύχρωμα, μονά και διπλά. Κάθε κοχύλι είχε τη δική του ιστορία, όπως και οι ίδιοι. Το να τα μαζεύουν μαζί ήταν σαν να μαζεύουν τις στιγμές τους, τις αναμνήσεις τους, όλα όσα είχαν ζήσει μαζί.
Και τότε, η Μάρτζι είπε:
— Ξέρεις, ίσως η ευτυχία δεν είναι ένα μέρος ή ένα γεγονός. Ίσως είναι οι μικρές μας επιλογές. Οι επιλογές να αγαπάμε, να μένουμε, να ζούμε το τώρα.
Ο Στέλιος την κοίταξε, και χωρίς να χρειαστεί να πει λέξη, ήξερε ακριβώς τι εννοούσε.
Η ευτυχία, όπως τα κοχύλια, είναι προστατευμένη μέσα μας. Όσο περισσότερο προσπαθούμε να την καταλάβουμε ή να την κυνηγήσουμε, τόσο περισσότερο κινδυνεύει να χαθεί. Αλλά αν την αφήσουμε να αναδυθεί φυσικά, μέσα από τις καθημερινές μας στιγμές και τις σχέσεις μας, τότε τη βρίσκουμε — απλή, αληθινή, όπως η αίσθηση της άμμου ανάμεσα στα δάχτυλα, όπως το κύμα που σβήνει απαλά στο πέλμα μας.
Η μέρα κυλούσε ήρεμα, και ο ήλιος άρχισε να κατεβαίνει στον ορίζοντα, χρωματίζοντας τον ουρανό με πορτοκαλί και ροζ αποχρώσεις. Ο Στέλιος και η Μάρτζι κάθισαν στην άμμο, κοιτάζοντας τα κύματα που έσκαγαν απαλά στην ακτή. Η θάλασσα φαινόταν ατέλειωτη, σαν να κρατούσε όλα τα μυστικά του κόσμου μέσα της.
— Θυμάσαι την πρώτη φορά που ήρθαμε εδώ; ρώτησε η Μάρτζι, με ένα χαμόγελο γεμάτο νοσταλγία.
— Πώς θα μπορούσα να ξεχάσω; είπε ο Στέλιος. — Ήσουν τόσο ενθουσιασμένη που θέλαμε να εξερευνήσουμε κάθε γωνιά, κάθε μικρή παραλία.
Η Μάρτζι γέλασε απαλά.
— Κι όμως, το πιο σημαντικό δεν ήταν τα μέρη που είδαμε, αλλά η αίσθηση που είχαμε εκεί. Την αίσθηση ότι είμαστε ζωντανοί, ότι όλα είναι δυνατά όταν είμαστε μαζί.
Ο Στέλιος έπιασε το χέρι της. Η απλότητα της στιγμής, η ηρεμία και η σιωπή της θάλασσας, ήταν όλα όσα χρειάζονταν. Δεν χρειαζόταν τίποτα άλλο.
— Ίσως αυτό είναι το νόημα, είπε, ψιθυριστά. — Να βρίσκουμε τη χαρά στα μικρά πράγματα. Στα χέρια που κρατιούνται, στα βλέμματα που καταλαβαίνουν χωρίς λέξεις, στα κοχύλια που μαζεύουμε μαζί…
Η Μάρτζι έγειρε το κεφάλι της στον ώμο του και ένιωσε μια ζεστασιά που δεν είχε σχέση με τον ήλιο, αλλά με την παρουσία του Στέλιου.
— Ναι, είπε. — Και ίσως το πιο όμορφο κομμάτι είναι ότι όσο περισσότερο μοιραζόμαστε αυτές τις στιγμές, τόσο πιο έντονα τις νιώθουμε. Η ευτυχία δεν είναι μόνο δική μας· γίνεται μεγαλύτερη όταν την μοιραζόμαστε.
Η νύχτα έπεσε σιγά-σιγά, και τα αστέρια άρχισαν να εμφανίζονται στον ουρανό, καθρεφτίζοντας τα κύματα που ακολουθούσαν το φως τους. Ο Στέλιος και η Μάρτζι κάθισαν εκεί, σιωπηλοί, απολαμβάνοντας την αίσθηση της αιωνιότητας που έδινε η στιγμή.
Ήξεραν ότι η ζωή δεν θα ήταν πάντα τόσο ήρεμη και τέλεια· θα υπήρχαν δυσκολίες, φόβοι, στιγμές αβεβαιότητας. Αλλά επίσης ήξεραν ότι με την αγάπη, την κατανόηση και την επιλογή να ζουν συνειδητά, κάθε δυσκολία γινόταν μικρότερη, κάθε χαρά πιο δυνατή.
Και έτσι, με τα χέρια τους δεμένα και τα μάτια τους στραμμένα στη θάλασσα, ένιωσαν ότι η ζωή τους ανήκε ξανά — όχι ως κάτι μακρινό ή αφηρημένο, αλλά ως κάτι απλό, αληθινό, και γεμάτο νόημα. Όπως τα κοχύλια που κρατούσαν στα χέρια τους, τόσο εύθραυστα και τόσο πολύτιμα.
Το διήγημα γράφτηκε στις 6-6-2021 στην Πύλο στην περιοχή Λάμπες.
Τα ονόματα που χρησιμοποιούνται στο διήγημα είναι φανταστικά, και η όποια πιθανή συσχέτιση θα είναι συμπτωματική. Επίσης και τα γεγονότα είναι μυθοπλαστικά.
