Εκδηλώσεις

Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

Γράμμα που δεν έφτασε ποτέ

Σε ένα μικρό ορεινό χωριό του νομού Ιωαννίνων
το Δίλοφο, το οποίο ανήκει στο συγκρότημα
των Ζαγοροχωρίων της Ηπείρου και ο
πληθυσμός του είναι μόλις 39 κάτοικοι,μια
δυναμική κοπέλα απ' την Αθήνα ονόματι
Δανάη αποφάσισε μια κρύα ημέρα του
Ιανουαρίου να το επισκεφθεί. Οι
κάτοικοι αναρωτήθηκαν τι να ζητά άραγε
μια τόσο νεαρή κοπέλα στο χωριό τους
στα μέσα του χειμώνα. Το
Δίλοφο είναι από τα καλύτερα διατηρημένα
χωριά του Ζαγορίου.Είναι χαρακτηριστικό
δείγμα ζαγορίτικης αρχιτεκτονικής,
καθώς όλα τα κτίσματα είναι φτιαγμένα
απο τον τοπικό σχιστόλιθο και γι' αυτό
το λόγο το χωριό έχει ανακηρυχθεί
παραδοσιακός οικισμός, όπου μόνο
ανακατασκευάζονται ή αναστηλώνονται
παλαιά κτίρια.Το παλαιότερο όνομα του
χωριού μέχρι το 1920 ήταν Σωπετσέλι
ήΣο(μ)ποτσέλι, ονομασία η οποία στα
σλάβικα και βλάχικα σημαίνει “τόπος
με πολλά νερά”. Στα
αξιοθέατά του περιλαμβάνονται πέτρινες
βρύσες,λιθόστρωτα καλντερίμια,μικρά
εκκλησάκια και αρχοντικά,ανάμεσα στα
οποία και η ψηλότερη κατοικία στα
Ζαγοροχώρια,ύψους 13,5 μέτρων το αρχοντικό
Μακρόπουλου.Σύμφωνα με την παράδοση ο
γιος ενός πλούσιου Ζαγορίτη παντρεύτηκε
μια κοπέλα απο το γειτονικό χωριό
Κουκούλι.Όταν εγκαταστάθηκαν στο σπίτι
του γαμπρού στο Δίλοφο,η κοπέλα εξέφρασε
έντονη νοσταλγία για το χωριό της.Τότε
λοιπόν ο σύζυγος έκτισε ένα πανύψηλο
αρχοντικό, για να μπορεί η γυναίκα του
να αγναντεύει το χωριό της απο τα ψηλότερα
πατώματά του. Η
Δανάη, το κορίτσι απ' την Αθήνα, νοίκιασε
ένα δωμάτιο σε ένα από τα παροδοσιακά
χτισμένα ξενοδοχεία του Δίλοφου για
ένα μήνα. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί
τι ζητούσε μια νέα κοπέλα στα μέσα του
χειμώνα σε ένα χωριό άγνωστη μεταξύ
αγνώστων. Κάθε
πρωί σηκωνόταν στις 8 ,έτρωγε το πρωινό
της, έπινε το ζεστό καφέ της και προχωρούσε
με τα πόδια στα λιθόστρωτα καλντερίμια
σαν υπνωτισμένη μέχρι να φτάσει στο
σημείο που είχε την καλύτερα θέα,το
αρχοντικό του Μακρόπουλου. Το
μεσημέρι επέστρεφε στο ξενοδοχείο,
έτρωγε και ξάπλωνε.Όλη την υπόλοιπη
μέρα έβγαζε μέσα από μια κούτα που είχε
φέρει μαζί της τα γράμματα της μητέρας
της και έκλαιγε κρυφά.Τα βράδια έβγαινε
στο μπαλκόνι και έπινε ένα ζεστό τσάι,
για να χαλαρώσει.Ξάπλωνε και διάβαζε
μέχρι ν' αποκοιμηθεί. Όλη
μέρα, κάθε μέρα το ίδιο πρόγραμμα, πρωινό,
βόλτα με τα πόδια και όλη την υπόλοιπη
μέρα κλειδωμένη μέσα στο δωμάτιο,
διαβάζοντας τα ατελείωτα γράμματα της
μητέρας της. Οι
μέρες περνούσαν,η Δανάη πάντα με ρούχα
περιποιημένα και σεμνά έκανε το ίδιο
ακριβώς δρομολόγιο. Ένα απόγευμα,
βγάζοντας απ' την κούτα όλα τα γράμματα
της μητέρας της, κάθισε και τα μέτρησε. Η
μητέρα της Δανάης είχε πεθάνει προ 2
μηνών 49 ετών από λευχαιμία. Αδέλφια δεν
είχε!!! Η Δανάη μόλις 23 χρονών! Η
μητέρα της λίγο πριν πεθάνει της είχε
αποκαλύψει πως ο πατέρας της ήταν πατριός
της και πως ο πραγματικός πατέρας της
ήταν ένας άλλος άντρας που ήταν τρελά
ερωτευμένη μαζί του, λίγα χρόνια προτού
παντρευτεί. Ο πατριός της δεν ζούσε ούτε
εκείνος. Της
ζήτησε λοιπόν να τη συγχωρέσει που της
το έκρυψε και δίνοντας την ευχή της την
παρακάλεσε να της εκπληρώσει μια
τελευταία επιθυμία. Σε
μια κούτα είχε τα γράμματα του πατέρα
της, έλειπε όμως το τελευταίο που δεν
έλαβε ποτέ. Σ' αυτό λοιπόν, της είπε η
μητέρα της υπήρχε ένα μυστικό.Για κάποιο
λόγο το γράμμα δεν έφτασε ποτέ, ο πατέρας
της πέθανε ένα πρωινό ξαφνικά από ανακοπή
και έτσι ποτέ δεν έμαθε τι έγραφε αυτό
το τελευταίο γράμμα. Το
μόνο στοιχείο που είχε η Δανάη ήταν οτι
ο πατέρας της λεγόταν Σωτήριος Μακρόπουλος
και ο παππούς της ήταν απο το Δίλοφο
Ιωαννίνων.Αυτές ήταν οι μόνες πληροφορίες
που υπήρχαν απ ολ'αυτά τα γράμματα που
είχαν ανταλλάξει με τη μητέρα της.Οι
διευθύνσεις κατά καιρούς άλλαζαν έξω
απ τους φακέλους μιας και όπως είχε
καταλάβει δεν είχε μόνιμη διαμονή και
μετακόμιζε σε διάφορες πόλεις της
Ελλάδας. Για
την ίδια όμως κανένας δεν ήξερε από το
χωριό ότι είναι κόρη του και πώς να το
ξέρουν άλλωστε, αφού είχε άλλο επίθετο. Ένα
από τα επόμενα πρωινά βρέθηκε να κάνει
την καθιερωμένη βόλτα της στα παραδοσιακά
λιθόστρωτα καλντερίμια, όταν ένα
κοριτσάκι που ήταν δεν ήταν 12 χρονών,
την πλησίασε και με το αθώο παιδικό
βλέμμα τη ρώτησε: -Συγγνώμη,σε
βλέπω στο χωριό μας εδώ και 15 μέρες, αλλά
δεν σε γνωρίζω! Ποια είσαι; Εγώ είμαι η
Κατερίνα. -Με
λένε Δανάη. -Ωραίο
όνομα, έτσι λένε την αδελφή μου, έλα να
στη γνωρίσω. -Μα
πού πάμε; -Στο
αρχοντικό του Μακρόπουλου,την ξέρεις
την παράδοση;O γιος ενός πλούσιου Ζαγορίτη
παντρεύτηκε μια κοπέλα από το γειτονικό
χωριό Κουκούλι.Όταν εγκαταστάθηκαν, η
κοπέλα εξέφρασε νοσταλγία για το χωριό
της.Τότε λοιπόν ο σύζυγος έκτισε ένα
πανύψηλο αρχοντικό για να μπορεί εκείνη
να αγναντεύει το χωριό της από τα ψηλότερα
πατώματά του. Εδώ
στο χωριό άλλα λένε όμως! Για πολλά
χρόνια ζούσε κάποιος κύριος εκεί μέσα
και ποτέ όμως κανείς δεν τον είχε δεί.
Αγαπούσε μια γυναίκα αλλά εκείνη
παντρεύτηκε κάποιον άλλον.Οι φήμες λένε
ότι είχαν και ένα παιδί. Είναι
λίγο ψηλά,μπορούμε αν θες να πάμε με το
αμάξι σου. Η
Δανάη χλώμιασε,αλλά αμέσως απάντησε: -Πάω
να το φέρω! Μείνε εδώ Κατερίνα. Όταν
γύρισε, το κορίτσι δεν ήταν εκεί. -Μα
πού να πήγε; αναλογίστηκε. Κατέβηκε
πάλι στο χωριό και την αναζήτησε.Οι
κάτοικοι του χωριού 39 όλοι και όλοι της
είπαν ότι δεν υπάρχει κανένα κορίτσι
εδώ και πως όλοι οι κάτοικοι είναι
ηλικιωμένοι. Η
Δανάη τα έχασε....Πήρε το αμάξι και ανέβηκε
στο Αρχοντικό, η πόρτα ήταν κλειστή, δεν
υπήρχε άνθρωπος.Ένα καλοδιατηρημένο
ψηλό κτίριο ορθωνόταν και ποιός ξέρει
τι μυστικό κρυβόταν εκεί μέσα.Κάθισε
λίγο απ' έξω και αγνάντεψε την όμορφη
θέα απ΄το γειτονικό χωριό Κουκούλι.
Όντως ήταν το πιο ψηλό κτίριο του
χωριού...Προσπάθησε ήρεμα να σκεφτεί,
αν το κορίτσι που είδε ήταν όραμα ή
πραγματικότητα.Σκέφτηκε μήπως η επιμονή
της να εκπληρώσει την επιθυμία της
μητέρας της την οδηγούσε σε εμμονή. Σκέφτηκε:Η
Κατερίνα,ένα άγνωστο γλυκύτατο κοριτσάκι
12 χρονών βρέθηκε μπροστά μου και μου
είπε ότι έχει μια αδελφή με ίδιο όνομα
με το δικό μου και ότι εδώ μέσα στο
αρχοντικό οι φήμες λένε ότι ζούσε ένας
κύριος 25 χρόνια που κανείς ποτέ δεν είχε
δει! Βράδιασε
και γύρισε στο ξενοδοχείο....Τη νύχτα
είδε στον ύπνο της τη μητέρα της να την
αγκαλιάζει και το κοριτσάκι που μόλις
σήμερα είχε γνωρίσει να την κοιτάζει
απο μακριά θυμωμένη κρατώντας ένα γράμμα
στα χέρια της, κάτι της φώναζε αλλά δεν
άκουγε.Είδε και το χωριό και όλους τους
κατοίκους νεκρούς και εκείνη στην
αγκαλιά της μητέρας της. Ξύπνησε
τρομαγμένη! Κρύος ιδρώτας την έλουσε. Το
γράμμα μονολόγησε,το γράμμα που δεν
έλαβε ποτέ η μαμά...θυμήθηκε πως το πρωί
το κοριτσάκι της είπε πως έχει μια αδελφή
με το ίδιο όνομα με το δικό της. Μα φυσικά,
είναι η αδελφή της, σκέφτηκε......αυτό
είναι.Ο πατέρας της έκανε και άλλο παιδί
και έδωσε το γράμμα στην κόρη του. "Ναι,είναι
η αδερφή μου και έχει το τελευταίο γράμμα
στα χέρια της"μονολόγησε! Έριξε ένα
σάλι πάνω της και βγήκε στο μπαλκόνι
να πάρει λίγο αέρα.Σκέφτηκε πάλι πως το
κορίτσι αυτό δεν υπάρχει όμως στην
πραγματικότητα, όμωςπως θα την βρει;
Πού θα βρει την αδερφή της, πώς θα βρει
το γράμμα; Γιατί είδε όλους τους κατοίκους
του χωριού νεκρούς; Ξημέρωνε,
είχε ήδη περάσει 20 μέρες στο χωριό και
το “κουβάρι” αντί να ξεμπερδεύεται
σιγά-σιγά, μπερδευόταν χειρότερα, μαζί
και οι σκέψεις στο μυαλό της. Σκέφτηκε
να “χρησιμοποιήσει” κατά κάποιο τρόπο
το όνειρο και να του δώσει συνέχεια σαν
φυσική δραστηριότητα της ψυχής της.Η
δύναμη της σκέψης της την οδήγησε το
επόμενο βράδυ στη συνέχεια του ονείρου.Η
ισχυρή δύναμη της θέλησης καλύτερα! Εκείνη
στην αγκαλιά της μητέρας της,όλοι οι
κάτοικοι νεκροί και το κοριτσάκι απο
μακριά της φώναζε κάτι που τώρα άκουσε; -Δανάη,
ναι είμαστε αδερφές! Ο μπαμπάς ζούσε
στο Αρχοντικό, πού ήσουνα τόσα χρόνια,
σε έψαχνε. Γιατί η μαμά δεν τον παντρεύτηκε,
αφού τον αγαπούσε! -Κατερίνα
σε παρακαλώ! Έχεις ένα γράμμα στα χέρια
σου! Είναι για τη μητέρα μου! Δώσε μου
το! Πρέπει να της το δώσω. -Δεν
έχω κανένα γράμμα! Ο πατέρας μας πέθανε
από τη θλίψη του, παντρεύτηκε μια άλλη
γυναίκα που δεν αγαπούσε! Αγαπούσε όμως
τα παιδιά και εσένα δεν μπορούσε να σε
έχει! Έτσι γεννήθηκα εγώ.Όμως όταν έγινα
12 χρονών αρρώστησα, έκανα υψηλό πυρετό
,έπαθα μηνιγγίτιδα και πέθανα. Ο πατέρας
μας ήρθε και έμεινε στο πατρικό του
παππού, εδώ στο Δίλοφο σ αυτό το ψηλό
κτίριο στο αρχοντικό. Δανάη,
όλα θα αποκαλυφθούν! Φύγε απ το χωριό.
Να θυμάσαι πως ο προορισμός της μητέρας
σου και του πατέρα μας ήταν να είναι για
πάντα μαζί.Το γράμμα που ψάχνεις είναι
αυτό που θα μας λυτρώσει Μόνο εσύ μπορείς
να το βρείς ,εμείς όλοι πεθάναμε,αντίο
αδελφή μου. -Κατερίνα,
μη φεύγεις σε παρακαλώ,πού είναι το
γράμμα, η μαμά με κρατάει σφιχτά στην
αγκαλιά της δεν μ' αφήνει, πες μου σε
παρακαλώ. -Δανάη,θυμήσου,2,7,9. -Τι
είναι αυτά τα νούμερα Κατερίνα; Ξύπνησε
στάζοντας από ιδρώτα η Δανάη και χωρίς
καν να ρίξει ένα σάλι, βγήκε έξω στο
μπαλκόνι ν' ανασάνει.Ένιωθε να
πνίγεται.Ξαφνικά διαπίστωσε ότι τα
πάντα ήταν χιονισμένα! Ξημέρωνε 2
Φεβρουαρίου....έτρεξε να πάρει το αμάξι,δεν
γινόταν,το χιόνι ήταν σχεδόν μισό μέτρο.
Έβαλε ότι πιο χοντρό είχε και έτρεξε
στο Αρχοντικό,όμως η πρόσβαση ήταν
αδύνατη. Πυκνό χιόνι άρχισε να πέφτει
και γύρισε πίσω απελπισμένη.Έμεινε
κλειδωμένη όλη μέρα διαβάζοντας απ' την
αρχή όλα τα γράμματα, μάταια όμως.
Ξαφνικά,σε ένα απο τα γράμματα παρατήρησε
την εξής φράση: Αγαπημένη μου, τώρα που
διαβάζεις αυτό το γράμμα να ξέρεις ότι
βρίσκομαι σε ενα χωριό που έχει πολλές
βρύσες και νερά. Όλη την εβδομάδα πηγαίνω
και ρίχνω κρυφά απ όλες ενα κέρμα και
κάνω μια ευχή να σε ξαναβρώ,θέλω να το
θυμάσαι πάντα αυτό, ποτέ δεν σας ξέχασα
και εσένα και το παιδί! Η
Δανάη έκανε έναν συνειρμό,2 ΦεβρουαρΊου
αύριο,7 μέρες έχει η εβδομάδα,ναι,αυτό
είναι ,2,7....το 9 όμως;Και πάλι,πως συνδέεται
όλο αυτό... Το
χιόνι σταμάτησε απότομα αλλά πάγωσαν
τα πάντα. Όλη νύχτα η Δανάη σκεφτόταν,
2,7,9.....2,7,9...Θεέ μου βοήθησέ με...Το ξημέρωμα
την βρήκε αγκαλιά με την κούτα και τα
γράμματα. Παρακαλούσε
τον Θεό να της στείλει ένα σημάδι να
βρει το γράμμα,να ελευθερώσει τη μητέρα
της. Το
πρώι 2 Φεβρουαρίου στις 8 η ώρα κατέβηκε
να πάρει το πρωινό της όπως πάντα.Το
τραπέζι ήταν στρωμένο με τον αχνιστό
της καφέ σερβιρισμένο αυτή τη φορά. -Είναι
κανείς εδώ; Απάντηση δεν πήρε. Βγήκε έξω
,κοίταξε το χωριό και δεν υπήρχε άνθρωπος,
η μέρα έδειχνε ηλιόλουστη....Μα πώς
,σκέφτηκε, εχθές χιόνιζε το βράδυ έβρεξε
και σήμερα είναι σαν να είναι άνοιξη.Μια
αμυγδαλιά ανθισμένη, μόνη της στη μέση
του πουθενά.Στάθηκε στη μέση της πλατείας
φωνάζοντας δυνατά: -Θεέ
μου δεν αντέχω άλλο πόνο! Ελευθέρωσε τη
μαμά μου! Το
μεγάλο ρολόι του χωριού χτύπησε 9
φορές.....η ώρα ήταν ακριβώς 9. Ο
τόνος της φωνής της άρχισε να ανεβαίνει
λέγοντας...2,7,9.....2,7,9....2,7,9......Μαμά μη με
κρατάς άλλο αγκαλιά , δεν μπορώ! Δεν ξέρω
άλλο τρόπο να σε βοηθήσω,συγχώρεσέ με.
2 Φεβρουαρίου μαμά σήμερα, ο μπαμπάς σ
αγαπούσε, πήγαινε κάθε μέρα όλη την
εβδομάδα 7 μέρες και έκανε μια ευχή να
σε σφίξει πάλι στην αγκαλιά του. Δεν
μπορώ να το βρώ το γράμμα, δε γύρισες,
έμεινες με κάποιον που δεν αγαπούσες,
γι' αυτό και δεν το έλαβες.Στο λέω εγώ
όμως ότι το γράμμα αυτό δεν χρειάζεται
να το λάβεις.... Οι
χτύποι του ρολογιού σταμάτησαν,ένας
κύριος την πλησίασε και της είπε με
ήρεμη φωνή. -2
Φεβρουαρίου σήμερα Δανάη! Φύγε απ το
χωριό να σωθείς, εδώ ζούν μόνο πεθαμένοι. -Ποιος
είστε; Απάντησε έντρομη και τρέχοντας
στο ξενοδοχείο μάζεψε όλα της τα ρούχα
βιαστικά μαζί και την κούτα με τα γράμματα
και έτρεξε να μπει στο αμάξι να φύγει. Ο
κύριος είχε μείνει ακίνητος και την
κοίταγε. Ένα γράμμα κράταγε στο χέρι
του. Η Δανάη γούρλωσε τα μάτια της,
κατέβηκε απ το αμάξι και έτρεξε προς το
μέρος του, όσο έτρεχε, εκείνος απομακρυνόταν!
Δεν μπορούσε να τον φτάσει κι όμως το
ρολόι έδειχνε ακόμη 9! Είχε ελπίδα να το
πάρει το γράμμα στα χέρια της,όσο η ώρα
έμενε στάσιμη....... ...Δεν
χρειάστηκε να κάνει τίποτα άλλο όμως....Το
επόμενο πρωινό βρέθηκε στον ίδιο χώρο
με την μητέρα της, τον πατέρα της και
την αδελφή της. Η
μητέρα της της είπε: -Δανάη,τώρα
είμαστε όλοι μαζί μια ευτυχισμένη
οικογένεια, γιατί βρήκες το γράμμα και
μου το έφερες, όμως Δανάη μου το γράμμα
έχει ένα τίμημα, έπρεπε να σε πάρουμε
μαζί μας. Κοίτα απ' το παράθυρο! φαίνεται
το γειτονικό χωριό! Είμαστε στο πιο ψηλό
κτίριο στο Δίλοφο, θες να μείνεις μαζί
μας; Αν μείνεις δεν θα πρέπει να ανοίξουμε
το γράμμα,γιατί δεν χρειάζεται, αν πάλι
φύγεις να ξέρεις ότι το γράμμα θα πρέπει
να μου το δώσεις και να συνεχίσεις τη
ζωή σου. -Θα
μείνω εδώ μαζί σας,για πάντα!Δεν αξίζει
άλλωστε τίποτα περισσότερο για εμένα
από την οικογένειά μου! Ξέρω ότι ο πατέρας
μου αγαπάει τη μητέρα μου και αυτό με
κάνει ευτυχισμένη. Ο
μύθος λέει ότι στο Αρχοντικό του
Μακρόπουλου το πιο ψηλό κτίριο στο χωριό
Δίλοφο έμεινε για πολλά χρόνια μια
4μελής οικογένεια, κανείς ποτέ δεν τους
είδε, κανείς ποτέ δεν κατάλαβε πως έζησαν
μέχρι το τέλος της ζωής τους και κανείς
ποτέ δεν τους επισκέφτηκε.Το ρολόι του
χωριού είχε μείνει σταματημένο στις 9
το πρωί για πολλά χρόνια. Ένας
κάτοικος απ το γειτονικό χωριό Κουκούλι
βρήκε ένα ανοιξιάτικο πρωινό ένα γράμμα,
μέσα έναν φάκελο,το άνοιξε και το διάβασε: Αγαπημένη
μου είμαι σίγουρος ότι εγώ, εσύ,η Δανάη
και η Κατερίνα θα βρεθούμε σύντομα.Η
Δανάη θα αποφασίσει το σωστό! Σας λατρεύω!
Δικός σου για πάντα! Το
γράμμα αυτό είναι ενθύμιο μέσα στο
Αρχοντικό εκεί που έμεινε η οικογένεια. Οι
δείκτες του ρολογιού προχώρησαν την
επόμενη που βρέθηκε το γράμμα και η ζωή
συνεχίστηκε. Καμιά
φορά ο κάτοικος απ' το γειτονικό χωριό
θαρρεί πως βλέπει κάποιες σκιές να
κινούνται μέσα στο Αρχοντικό αλλά δεν
τολμάει να το πει,μην τον περάσουν για
τρελό.Η οικογένεια βγαίνει όμως και τον
χαιρετάει πολλές φορές. Είναι όλοι
χαρούμενοι και εκείνος σαστίζει
ευχάριστα. Σημασία
τελικά έχει πως η οικογένεια έσμιξε και
παρέμεινε ενωμένη και ευτυχισμένη έστω
και στη μετά θάνατον ζωή,και ...η ζωή
συνεχίζεται.




Αθανασία Παπαδοπούλου - 29/4/2020



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου